Translate

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2018

Το Κτηνοτροφικό Μπιζέλι

 

 

Τεχνική Καλλιέργειας για το Κτηνοτροφικό Μπιζέλι (PisumSativum) | του Δημήτρη Αναγνωστόπουλου

 

1.ΕΔΑΦΟΣ
Το μπιζέλι μπορεί να προσαρμοστεί σε ποικιλία εδαφών, ωστόσο προτιμά τα γόνιμα αργιλοπηλώδη με πολύ καλή στράγγιση με pH 5,6 -7,5 (Αυγουλάς et al, 2001 and Pavek, 2012). Ωστόσο καλό θα ήταν οι τιμές του pH να περιορίζονται κάτω του 7, ο λόγος είναι ότι σε συνθήκες οξύτητας άνω του 7 το Mn είναι σε έλλειψη στο έδαφος (Μήτσιος, 2004).

H έλλειψη μαγγανίου στο έδαφος επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις  στην καλλιέργεια του μπιζελιού καθώς αναπτύσσονται κηλίδες (murshspot) στο εσωτερικό των σπόρων  (GlasscoCk and Wain, 1940). Από την άλλη σε αρκετά όξυνες συνθήκες εδάφους (4,6) σύμφωνα με τους Skrdleta et al., (1991) δραστηριότητες όπως η μείωση ακετυλενίου άρα και μείωση δράσης αζωτοδέσμευσης των αζωτοβακτηριδίων (Dilworth, 1966). Τα εδάφη που είναι πηλώδη και βαριά πρέπει να αποφεύγονται λόγω της κακής τους στράγγισης όπως και πολύ γόνιμα εδάφη διότι μπορεί να επιφέρουν πλάγιασμα του φυτού (Παπακώστα- Τασοπούλου, 2005). Χαρακτηριστικά αναφέρεται σε πείραμα  των  Jayasundara et al. (1998) όταν η υγρασία στο έδαφος είναι σε κορεσμό τότε  οι αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της ρίζας είναι η δυσμενέστερη στο μπιζέλι σε σχέση με άλλα ψυχανθή όπως το λούπινο, την φακή, το κουκί και το ρεβίθι. Ωστόσο, από άποψη εκτίμησης αναστολής βλαστικής ανάπτυξης το μπιζέλι αντέδρασε καλύτερα σε συνθήκες κακής στράγγισης σε σχέση με τα άλλα ψυχανθή. Το έδαφος εγκατάστασης μιας καλλιέργειας μπιζελιού καλό θα ήταν να έχει αλατότητα ως 0,6 ds/m αν σκοπός μας είναι η παραγωγή σπόρου (Duzdemir et al., 2009). Συγκεκριμένα, άνω αυτής της συγκέντρωσης αναφέρονται μειώσεις 13% στην απόδοση ξηρού σπόρου για κάθε μία μονάδα αύξησης αλατότητας (Εικόνα 1).
Duzdemir et al. 2009
Εικόνα 1: Συσχέτιση αλατότητας εδάφους με παραγωγή ξηρού βάρους σπόρου (Duzdemir et al., 2009).
Όσον αφορά όμως την βλαστική ανάπτυξη δεν επηρεάζεται για τιμές αλατότητας εδάφους ως και 4 ds/m(Duzdemir et al., 2009).
Duzdemir et al. 2009 2
Εικόνα 2: Συσχέτιση αλατότητας εδάφους με βλαστική ανάπτυξη (Duzdemiretal., 2009).
Σε μια άλλη έρευνα όμως των Cokkizgin and Colkezen (2012) αναφέρεται ότι παράμετροι φυτρώματος επηρεάζονται από συγκεντρώσεις άλατος από 0,3 ds/m και άνω. Τέλος να αναφέρουμε ότι η παρουσία του αλατιού δεν είναι ιδιαίτερα τόσο τοξική για το μπιζέλι αλλά επηρεάζει το φαινόμενο της ώσμωσης καθώς με την παρουσία άλατος το φυτό δεν μπορεί να απορροφήσει νερό (Okcu et al., 2005).
Όσον αφορά σε συνθήκες ρυπασμένων εδαφών το μπιζέλι είναι πολύ ευαίσθητο και υπάρχει σημαντική αναστολή στην ανάπτυξή του όταν υπάρχει συγκέντρωση καδμίου. Οι περισσότερες βιβλιογραφικές πηγές κάνουν λόγο για όριο ανοχής καδμίου στα 0,50 Μm (Siddique et al., 2009 and Rodriquez- Serano et al. 2006). Ωστόσο αυτή η ανοχή μπορεί να διαφέρει από ποικιλία σε ποικιλία όπως φαίνεται και στην Εικόνα 3 πως έχουνε αντιδράσει δυο διαφορετικές ποικιλίες (Metwally et al., 2005). Αντίστοιχα, αρνητικές είναι οι επιπτώσεις ρυπασμένων εδαφών με αρσενικό, ψευδάργυρο και με μόλυβδο παρουσιάζοντας σημαντική αναστολή ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, τα όρια ανοχής αρσενικού στο έδαφος είναι 24 μmol, για τον μόλυβδο 1,4 mmol και για τον ψευδάργυρο 3,2 mmol (Paivoke, 2003). Συμπερασματικά, το μπιζέλι σαν φυτό από άποψη εδάφους δεν είναι τόσο ευπροσάρμοστο όσο ο βίκος και δεν προτείνεται για την αξιοποίηση περιοχών ρυπασμένων με βαρέα μέταλλα.
Metawally et al. 2005
Εικόνα 3: Επίδραση εδαφών με κάδμιο στην ανάπτυξη του μπιζελιού (Metawally et al. 2005).

2.ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ
Γενικά το μπιζέλι είναι φυτό δροσερών περιοχών. Το κτηνοτροφικό μπιζέλι είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό στο κρύο καθώς έπειτα από το φύτρωμα (στους 1 με 2 oC)  και το πέρας της σκληραγώγησης μπορεί να αντέξει από -6 ως -16 oC  ανάλογα την επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας. Ωστόσο, κατά την περίοδο της άνθησης η ανοχή στο κρύο περιορίζεται στους -2 ως -3 o(Αυγουλάς και άλλοι, 2001 και Παπακώστα-Τασοπούλου, 2005). Σε πειράματα εργαστηρίου που έχουν πραγματοποιηθεί το πιο ανθεκτικό στο ψύχος ψυχανθές είναι το μπιζέλι ενώ σε πειράματα πεδίου προηγούνται η φακή και το κουκί (Murray et al., 1988). Συγκεκριμένα, οι ποικιλίες που είναι ευαίσθητες στο κρύο αναγνωρίζονται μορφολογικά καθώς έχουν μεγάλα μεσογονάτια διαστήματα, υψηλή φιλική βιομάζα και συρρικνωμένους σπόρους. Αντίθετα οι υψηλές θερμοκρασίες και ιδιαίτερα την περίοδο της άνθισης μπορεί να είναι επιζήμιες για τις καλλιέργειες που προορισμό έχουν την παραγωγή σπόρου καθώς μειώνονται οι αποδόσεις (Αυγουλάς και άλλοι, 2001 και Παπακώστα-Τασοπούλου, 2005). Ακόμα, από τους 25 ως 32 oC  παρατηρείται αναστολή ανάπτυξης της ρίζας σύμφωνα με τους Gladish and Rost (1993) ενώ η ανθεκτικότητα του φυτού στις υψηλές θερμοκρασίες φτάνει ως και 45 o(Leitch, 1916). Επιπλέον με την αύξηση της θερμοκρασίας του φύλλου (άνω των 25 oC  και ιδιαίτερα σημαντικά άνω των 30 oC) μειώνεται η φωτοσυνθετική δραστηριότητα (Haldimann and Feller, 2005 and  Sakalauskienet al., 2009)  Επίσης, οι υψηλές θερμοκρασίες συμβάλουν στην ανάπτυξη ενός σημαντικού εχθρού του μπιζελιού, του βρούχου (Sousa- Majer et al., 2004). Από την άλλη οι θερμοκρασίες από 5 ως 20 oCσυμβάλουν στην σοβαρή μυκητολογική ασθένεια Mycosphaerella pinodes που προσβάλει κυρίως τους λοβούς (Roger et al., 1999) αποδεικνύοντας ότι η διαχείριση των έχθρων και των ασθενειών χρειάζονται ξεχωριστή προσέγγιση.
Σύμφωνα με τους Hartmann et al. (1988) οι ιδανικές θερμοκρασίες ανάπτυξης του μπιζελιού είτε για παραγωγή σπόρου είτε για βιομάζα είναι 12 με 18 oCενώ ο Gashkova (2009) κάνει λόγο για ένα εύρος από 18 ως 25 oC  . O Gashkova (2009) αναφέρει ότι για ανάπτυξη βλαστικών οργάνων ιδανικές είναι θερμοκρασίες από 12 ως 16 oC, για ανάπτυξη καρποφόρων οργάνων 16 ως 20 oC και για ωρίμανσης των οργάνων αυτών από 16 ως 22 oC.
Ο Stanfield (1965) εξέτασε την επίδραση θερμοκρασιών από 4 ως 32 oC. Αρχικά, παρατήρησε ότι όσο αυξανόταν οι θερμοκρασίας υπήρχε αντίστοιχη αύξηση βλαστικής ανάπτυξης. Ο μεγαλύτερος ρυθμός επιμήκυνσης του φυτού παρατηρήθηκε σε θερμοκρασία ημέρας 21 oCκαι θερμοκρασία νύχτας 12 oC. Τις μεγαλύτερες αποδόσεις σε ξηρή ουσία βιομάζα τις πετυχαίνουμε για θερμοκρασίες από 15 ως 21 oC. Από την άλλη η απόδοση σε σπόρο μειώνεται σταδιακά σε μελέτη θερμοκρασιών από 15 ως 32 oC. Όσον αφορά την δράση των αζωτοβακτηρίων η μεγαλύτερη παρατηρείται στους 20 o(Naeem et al., 2008).

3. ΥΓΡΑΣΙΑ
To μπιζέλι είναι ιδιαίτερα απαιτητικό σε υγρασία εδάφους λόγω κυρίως ότι είναι επιπολαιόριζο (Παπακώστα-Τασοπούλου, 2005). Ο Saha (2011) εκτίμησε σύμφωνα με το τύπο Hagreaves ότι η καλλιέργεια απαιτεί περίπου 490 mm νερού. Σύμφωνα με τον Nielssen (2001) η απόδοση σε σπόρο είναι ανάλογη του ύψους βροχής ενώ αναφέρει ότι η ρίζα του φυτού μπορεί να εκμεταλλευτεί υδάτινους πόρους ως 75 cm. Ωστόσο, σύμφωνα με τον McIntyre (1971) η επέκταση των πλευρικών ριζών εξαρτάται από την επίδραση και τη ένταση του υδατικού στρες. Σε μελέτη ανάπτυξης μπιζελιού που έκαναν σε υπόστρωμα βερμικουλίτη οι Τsuda et al. (2003) απέδειξαν ότι η ρίζα του μπιζελιού επεκτείνεται και παρουσιάζει υδροτροπισμό προ την διαθέσιμη υγρασία του εδάφους. Ωστόσο, το πείραμα εφαρμογής έγινε σε βερμικουλίτη, σε συνθήκες εδάφους το παρόν μπορεί να ισχύει σε επιφανειακές μεθόδους άρδευσης όπως η στάγδην και όχι σε μεθόδους όπου το διαθέσιμο νερό καταλήγει σε βαθύτερα στρώματα.
Η έλλειψη υγρασίας του εδάφους είναι πιο σημαντική κατά την διάρκεια της ανθοφορίας και έπειτα κατά τη διάρκεια γεμίσματος του σπόρου καθώς είναι δύο περίοδοι κρίσιμοι για την εξέλιξη της παραγωγής. Αντίθετα, σε στάδια ανάπτυξης μέχρι την ανθοφορία το μπιζέλι δεν επηρεάζει σημαντικά την τελική παραγωγή αν δεν υπάρχει επάρκεια σε νερό (Salter and Drew, 1965). Έτσι, αν δεν είναι αρδευόμενο το μπιζέλι πρέπει να αποφεύγονται περίοδοι ξηρασίας στις κρίσιμες περιόδους  (άρα σωστή στιγμή σποράς) ειδάλλως παρουσιάζεται μείωση στην παραγωγή σπόρου που μπορεί να φτάσει ως και 33% (Silimetal., 1992). Ακόμα, σε συνθήκες ξηρασίας μπορεί να έχουμε απώλειες στο 50% των ανθέων αλλά και ως το 60% των φύλλων (NunezBarios et al., 2005). Όταν δεν υπάρχει επάρκεια νερού σε ένα μέρος η επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας με ανθεκτικότητα σε ξηρασία μπορεί να δώσει λύσεις (Albino and Leone, 1993). Συγκεκριμένα ποικιλίες με μικρότερο μέγεθος φύλλου είναι πιο ανθεκτικές (Baigorri et al., 1999). Ωστόσο, ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο εμβολιασμός με ριζοβακτήρια που περιέχουν ACC (1-aminoCyclopropane-1-carboxylate) καθώς βρέθηκε ότι αυξάνουν την ανθεκτικότητα των φυτών στην ξηρασία (Zahir et al., 2008).  
Μορφολογικά οι Aguiar Netto et al. (1995) κατέληξαν ότι όσο μειώνεται η διαθέσιμη υγρασία  τόσο μικρότερα σε μέγεθος φύλλα παρουσιάζει το φυτό. Ακόμα, ο ρυθμός ανάπτυξης της επικοτύλης επιβραδύνεται σημαντικά (Sanchez et al., 2004). Όσον αφορά την αναστολή διεργασιών του φυτού όπως διαπνοή και φωτοσύνθεση αναστέλλονται σημαντικά σε περιόδους ξήρανσης καθώς αυξάνεται το κλείσιμο των στομάτων και νεκρώνεται περίπου το 25% αυτών  (Olszyk and Tibbits, 1981).

4.ΜΗΚΟΣ ΗΜΕΡΑΣ
Η επίδραση του μήκους ημέρας στο μπιζέλι εξετάζεται συνδυαστικά με την επίδραση της θερμοκρασίας. Σύμφωνα με έρευνα των Berry and Aitkin (1979), υπάρχουν ποικιλίες που είναι ανεξάρτητες φωτοπεριόδου και ποικιλίες που είναι ευαίσθητες στην φωτοπερίοδο. Από την άλλη σε έρευνες των Truong and Duthion (1993), Chetiaetal. (2005) και Poebsting et al. (1978) σημειώνεται ότι η επίδραση της φωτοπεριόδου ευνοεί την άνθηση του φυτού. Όμοια ο Dolan (1972) αναφέρει ότι το μεγάλο μήκος ημέρας και η υψηλή ένταση φωτός ευνοεί την ανάπτυξη του μπιζελιού.

5.ΛΙΠΑΝΣΗ
Το φυτό ως ψυχανθές έχει την ικανότητα να δεσμεύει το απαραίτητο άζωτο για αυτό. Καλό είναι ωστόσο όταν γίνεται για πρώτη φορά η εγκατάσταση μπιζελιού στον αγρό να γίνεται εφαρμογή ελάχιστης αζωτούχας λίπανσης. Ενδεικτικά ο Jensen (1988) παρατήρησε ότι με την προσθήκη αζώτου στην σπορά αυξήθηκε η απόδοση σε βιομάζα ενώ δεν συνέβη το ίδιο για την απόδοση σε σπόρο. Αντιδρά θετικά στην φωσφορούχα λίπανση με περίπου 2,5-6 μονάδες P το στρέμμα ενώ καλό θα ήταν 2,5 με 8 μονάδες καλίου. Δηλαδή αν έχουμε το λίπασμα 0-20-0 για να προσθέσουμε 6 μονάδες φωσφόρου χρειαζόμαστε 30 κιλά λιπάσματος (Αυγουλάς  και άλλοι, 2001 και Παπακώστα- Τασοπούλου, 2005). Οι ενδεικτικές λιπάνσεις ίσως είναι ιδανικότερες για την παραγωγή σανού ενώ αν θέλουμε παραγωγή σπόρου μπορούν να αυξηθούν οι δοσολογίες. Γενικότερα, σύμφωνα με τους Amjad et al. (2004) με την αύξηση της φωσφορούχας και καλιούχας λίπανσης αυξάνονται οι αποδόσεις σε σπόρο. Χαρακτηριστικά σε πειράματα εφαρμογής οι Ashraf et al. (2011) διαπίστωσαν ότι με 12 μονάδες P το στρέμμα σε συνδυασμό με 10 μονάδες καλίου παίρνουμε ιδιαίτερα ικανοποιητικές αποδόσεις σπόρου. Οι Υemane and Skjelvåg (2003) σύγκριναν τρεις διαφορετικέςδοσολογίες φωσφόρου, μηδενική εφαρμογή, 3 μονάδες ανά στρέμμα και 6 μονάδες. Παρατήρησαν ότι η ξηρή βιομάζα αυξάνει στατιστικά σημαντικά σε κάθε περίπτωση με την αύξηση της δοσολογίας ενώ η παραγωγή σπόρου δεν αυξάνει σημαντικά. Ακόμη, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τελικού προϊόντος αυξήθηκαν σημαντικά με την επίδραση της εφαρμογής. Οι Gopinath et al. (2009) αναφέρουν ότι η βιολογική καλλιέργεια μπιζελιού εμφανίζει ως και 15% λιγότερη στρεμματική απόδοση σε σπόρο ενώ οι Mishra et al. (2010) αναφέρουν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε απόδοση σπόρου και σανού επιτυγχάνουμε με την προσθήκη λιπασμάτων στο μπιζέλι. Οι Eaton and John (1971) αναφέρουν ότι η προσθήκη ασβεστίου αυξάνει το ξηρό βάρος των φύλλων. Ιδιαίτερη ερεύνα διεξάγεται όσον αφορά την έλλειψη του ιχνοστοιχείου Mn στο έδαφος που μπορεί να επιφέρει την ασθένεια με χαρακτηριστική κηλίδωση στους  σπόρους (GlasscoCk and Wain, 1940). Ωστόσο, οι Moragan and Grafton αναφέρουν ότι η αιτία της ασθένειας δεν οφείλεται στην ανεπάρκεια Mn.
Οι λιπάνσεις καλό είναι να γίνονται με  βάση εδαφολογικές αναλύσεις και το μέρος των στοιχείων που απομακρύνθηκε μέσω της συγκομιδής. Για μια παραγωγή σπόρου 600 κιλών το στρέμμα (νωπό βάρος) απομακρύνονται με την συγκομιδή όλου του φυτού (βιομάζας και σπόρου) περίπου 8 κιλά φωσφόρου ανά στρέμμα (Poulain and Simon, 1989).

6.ΣΠΟΡΑ
Η κατάλληλη εποχή σποράς για τη χώρα μας για το μπιζέλι είναι Οκτώβριο με Νοέμβριο με βάση τις κλιματολογικές συνθήκες που προαναφέραμε. Βέβαια, αν υπάρχουν χειμώνες σε βόρεια μέρη της χώρας που πλήττονται από παγετούς καλό είναι η σπορά να μεταφερθεί την άνοιξη όσο το δυνατό νωρίτερα όμως για να αποφύγουμε παρατεταμένα διαστήματα ξηρασίας στην άνθηση.
Όπως και στο βίκο, έτσι και εδώ η δοσολογία του σπόρου στην βιβλιογραφία ποικίλει καθώς εξαρτάται πρώτα από τον προορισμό του φυτού, από το βάρος του σπόρου, την φυτρωτική του ικανότητα και από τις εδαφοκλιματικές συνθήκες της περιοχής. Συγκεκριμένα, σε πείραμα εφαρμογών πυκνότητας φυτών από 20 ως 120 φυτά/ m2 σύμφωνα με τους Johnston et al. (2002) βρέθηκε ότι ιδανική δοσολογία σπόρου είναι εκείνη που θα προκύψουν 50-75 φυτά/ m2 και έτσι θα έχουμε ιδανική παραγωγή σπόρου. Από την άλλη οι Uzun and Acikgoz (2008) αναφέρουν ότι με δοσολογία σπόρου όπου θα προκύψουν 100 φυτά/ m2 επιτυγχάνουμε και ικανοποιητικές αποδόσεις τόσο σε σπόρο όσο και σε ξηρή βιομάζα. Η δοσολογία σπόρου σε κιλά ανά στρέμμα διαμορφώνεται ανάλογα το βάρος του σπόρου και την φυτρωτική του ικανότητα, χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το μπιζέλι παρουσιάζει 2700 ως 4500 σπόρους ανά κιλό (Frame, undated). Tέλος, στην Ελλάδα σύμφωνα με τον Ηλιάδη (2004) προτείνονται 16 κιλά σπόρου ανά στρέμμα για παραγωγή βιομάζας και 14 κιλά σπόρου ανά στρέμμα για παραγωγή σπόρου.
Στην χώρα μας η σπορά γίνεται με κοινές σπαρτικές μηχανές και την ρύθμιση τους στα 25 cm (Παπακώστα- Τασοπούλου, 2005). Ακόμα, είναι εφικτή και η σπορά στα πεταχτά αλλά σίγουρα θα χρειαστεί μεγαλύτερη δοσολογία σπόρου αλλά και επιπλέον πέρασμα με τον γεωργικό ελκυστήρα για την κάλυψη του σπόρου. Ωστόσο, ενδιαφέρον παρουσιάζουν ορισμένες βιβλιογραφικές πηγές που κάνουν λόγο για τις ιδανικές αποστάσεις φύτευσης. Συγκεκριμένα, οι Shaukat et al. (2012) συγκρίνοντας αποστάσεις 30 cm, 40 cm , 50 cm και 60 cm βρήκαν ότι τις υψηλότερες αποδόσεις σε σπόρο τις επιτυγχάνουμε με απόσταση μεταξύ των γραμμών στα 50cm. Οι Calderon et al. (2008) σύγκριναν αποστάσεις 19 και 76 εκατοστά και βρήκαν ότι τις μεγαλύτερες αποδόσεις σε σπόρο τις είχαμε στην απόσταση των 19 εκατοστών. Αντίστοιχα οι Sadij et al. (2012) αναφέρουν ότι τις μεγαλύτερες αποδόσεις σπόρο τις επιτυγχάνουμε με απόσταση στα 40 cm. Γενικότερα επικρατεί σύγχυση ερευνητικά για τις ιδανικές αποστάσεις φύτευσης. Οι αποστάσεις πάνω στην γραμμή καλό θα ήταν να είναι στα 15 cm (Αυγουλάς και άλλοι, 2001). Οι Johnston and Stevenson (2001) αναφέρουν ότι το βάθος σποράς πρέπει να είναι ως 7,6 εκατοστά διότι διαφορετικά δεν έχουμε κανένα όφελος στην τελική παραγωγή.
Τέλος, ο Μετζάκης (1986) αναφέρει ότι μετά την σπορά καλό θα ήταν να εφαρμόζεται κυλίνδρισμα για την διασφάλιση υγρασίας, το ομοιόμορφο φύτρωμα και έτσι την διευκόλυνση της συγκομιδής.

7.ΣΥΓΚΟΜΙΔΗ
 Χρόνος Συγκομιδής Βιομάζας
Σύμφωνα με τον Clark (2007) η συγκομιδή του μπιζελιού για χρήση σανού γίνεται όταν οι λοβοί είναι καλοσχηματισμένοι. Ο Frame (undated) γίνεται πιο συγκεκριμένος λέγοντας ότι η μεγαλύτερη συγκέντρωση σε ξηρή ουσία είναι όταν έχουν σχηματιστεί και οι λοβοί των κατώτερων τμημάτων αλλά υπάρχει μέρος αυτών που είναι ακόμα πεπλατυσμένο. Τέλος οι Αυγουλάς και άλλοι (2001) αναφέρουν ένα πιο πρακτικό τρόπο συγκομιδής αναφέροντας ότι η κατάλληλη στιγμή συγκομιδής είναι όταν οι πράσινοι σπόροι εσωτερικά των λοβών λιώνουν με την πίεση των χεριών αλλά δεν είναι ακόμα υδαρείς. Όταν δεν συγκομιστεί η χαρτομάζα την κατάλληλη στιγμή η ξηρά ουσία της αυξάνεται αργά και η ποιοτική υποβάθμιση είναι αισθητή ( Borreani et al., 2007).

Χρόνος Συγκομιδής Σπόρου
Σύμφωνα με την Παπακώστα- Τατσοπούλου (2005) αν προορισμός συγκομιδής είναι ο σπόρος τότε η κατάλληλη στιγμή συγκομιδής είναι όταν το μεγαλύτερο ποσοστό των λοβών έχει χάσει το πράσινο χρώμα και αρχίζει να είναι κιτρινοπράσινο.  Δηλαδή, θέλουμε να έχει ωριμάσει το μεγαλύτερο μέρος των καρπών αλλά σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην παρατηρηθούν απώλειες λόγω πτώσης υπερώριμων κατώτερων λοβών.          
Τρόπος συγκομιδής
Όμοια με τον βίκο έτσι και στην περίπτωση του μπιζελιού αν προορισμός παραγωγής είναι η βιομάζα, κόβεται το φυτό με χορτοκοπτικό αφήνεται σε γραμμές να αποξηραθεί και έπειτα γίνονται δέματα.
Από την άλλη αν προορισμός είναι η παραγωγή σπόρου τότε υπάρχει η επιλογή του αλωνισμού, την παραμονή στο χωράφι ως ότου έχουμε αποξήρανση και τέλος το θερισμό του σπόρου. Ακόμη μπορεί να γίνει απευθείας θεριζοαλωνισμός αφού έχουμε εφαρμόσει αποξηραντικό σκεύασμα στην καλλιέργεια (χρειάζεται προσοχή της υπολειμματικότητας). Και σε αυτή την περίπτωση όπως στο βίκο γίνεται ρύθμιση στην θεριζοαλωνιστική.

8.ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ
Αποδόσεις σε σανό μπιζελιού
Στατιστικά για την χώρα οι εκτάσεις για παραγωγή σανού μπιζελιού είναι πολύ περιορισμένες και δεν έχει εκτιμηθεί ακριβώς η στρεμματική απόδοση ούτε από στοιχεία του ΕΣΥΕ ούτε από εκθέσεις που παρουσιάζει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Το δυναμικό παγκοσμίως, έπειτα από αξιολόγηση 8 ποικιλιών οι TamsoC et al. (2009) παρουσιάζουν αποδόσεις σε ξηρή βιομάζα από 406 ως 503 kg ανά στρέμμα. Ενώ οι Krall et al. (2006) αναφέρουν 375 kg/ στρ. σανού σε ξερικές συνθήκες που μπορεί να φτάσει ως 825 κιλά ανά στρέμμα σε συνθήκες ικανοποιητικής άρδευσης. Αντίστοιχα, σε ελληνική βιβλιογραφία οι Αυγουλάς και άλλοι (2001) αναφέρουν αποδόσεις σε σανό από 600 ως 950 κιλά ανά στρέμμα.
Αποδόσεις σε σπόρο
Σύμφωνα, με το Υπ.Α.Α.Τ. (2007) στην χώρα οι στρεμματικές αποδόσεις κτηνοτροφικού σπόρου είναι περίπου 165 κιλά. Αντίστοιχα σε αξιολόγηση 8 ποικιλιών από  τους Tamsoc et al. (2009) προέκυψε δυναμικό από 149 ως 179 kg/ στρέμμα σπόρου ενώ οι Krall et  al. (2006) αναφέρουν αποδόσεις από 190 ως 250 kg/ στρέμμα. Όμοια, σε ελληνική βιβλιογραφία οι Αυγουλάς και άλλοι (2001) αναφέρουν δυναμικές αποδόσεις σε σπόρο από 140 ως 250 κιλά ανά στρέμμα.

Πηγή:  agrigate.gr