Translate

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Τα Όσπρια.

Τα όσπρια στην Ελλάδα λόγω της μεγάλης περιεκτικότητας τους σε πρωτεΐνες, σαν οι τροφές εκείνες που κάλυπταν τις ανάγκες του ελληνικού πληθυσμού σε πρωτείνες. Η φασολάδα, θεωρείται ακόμη και σήμερα σαν εθνικό φαγητό. Με την άνοδο όμως του βιοτικού επιπέδου στην χώρα μας και την αντικατάσταση των οσπρίων από το κρέας στην κάλυψη των αναγκών του ανθρώπου σε πρωτείνες, τα όσπρια αν και αποτελούν το συνώνυμο της υγιεινής διατροφής, άρχισαν να εγκαταλείπονται από το τραπέζι της ελληνικής οικογένειας και να αντικαθίστανται από το κρέας, του οποίου όμως η υπερκατανάλωση, πέραν των προβλημάτων που προκαλεί στον ανθρώπινο οργανισμό, είναι ένα προϊόν ακριβό και ελλειμματικό στην χώρα μας με αποτέλεσμα να απαιτούνται τεράστιοι πόροι για την εισαγωγή του.
Τα όσπρια σε παγκόσμιο επίπεδο καλλιεργούνται σε περιορισμένες σχετικά εκτάσεις. Οι χώρες στις οποίες καλλιεργούνται κυρίως είναι οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Τουρκία κ.α.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα όσπρια καλλιεργούνται σε ασήµαντες εκτάσεις αν λάβουμε υπόψη μας την σπουδαιότητα τους και τα πλεονεκτήµατα τους, ενώ η γενική τάση δείχνει μία συνεχή μείωση της καλλιέργειας τους.
Η ίδια τάση επικρατεί και στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα η παραγωγή τους στην χώρα μας συνεχώς να μειώνεται.
Οι κυριότεροι λόγοι της μείωσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων με όσπρια είναι ότι:
  • Ο προσανατολισμός της ΚΑΠ για επιδοτούμενες καλλιέργειες οδήγησε, πολλούς αγρότες στο να στραφούν στην καλλιέργεια των σιτηρών και του βαμβακιού,
  • τις έλλειψης επιδοτήσεων στην καλλιέργεια των οσπρίων,
  • αλλά και του ανταγωνισμού της ελληνικής παραγωγής οσπρίων από τα εισαγόμενα σε χαμηλές τιμές αλλά και συνήθως χαμηλότερης ποιότητας σε σχέση με τα ελληνικά όσπρια.
  • Η ανυπαρξία τυποποίησης και αξιόπιστου συστήματος εμπορίας
  • Υπάρχει σε μεγάλη κλίμακα το φαινόμενο της «ελληνοποίησης» εισαγόμενων ποσοτήτων οσπρίων.
Η χώρα μας καλύπτει το 60% περίπου των ετήσιων αναγκών της σε όσπρια με εισαγόμενα προϊόντα, κυρίως από την Τουρκία, αλλά και χώρες όπως είναι, οι ΗΠΑ, η Κίνα, το Μεξικό, η Αίγυπτος, η Μαδαγασκάρη και η Ινδία.
Το σύνολο της καλλιεργούμενης με όσπρια έκτασης στην Ελλάδα ανέρχεται περίπου σε 160.000- 180.000 στρέμματα. Η μέση ετήσια παραγωγή οσπρίων είναι 33.000- 35.000 τόνοι, ενώ η κατανάλωση είναι περίπου 90.000- 100.000 τόνοι. Από τα στοιχεία αυτά είναι φανερό ότι η χώρα μας είναι πολύ ελλειμματική όσον αφορά την παραγωγή των οσπρίων ενώ ταυτόχρονα η κατανάλωση τους είναι αυξημένη..
Η καλλιέργεια των φασολιών που αποτελεί και την κυριότερη καλλιέργεια οσπρίων, καλλιεργείται κυρίως στους Νοµούς Φλώρινας, Καστοριάς και Καβάλας. Τα ρεβίθια στους Νοµούς Ευβοίας, Βοιωτίας, Φθιώτιδας και Κυκλάδων. Τα κουκιά στους Νοµούς Ηρακλείου και Αρκαδίας, το λαθούρι στο Νοµό Κορινθίας και η φακή στο Νοµό Λάρισας, Λευκάδας.
Τα φασόλια είναι τα όσπρια που αποτελούν το κυριότερο είδος που καλλιεργείται περισσότερο στη χώρα μας και από τα οποία παράγεται το 73% της συνολικής ελληνικής παραγωγής οσπρίων και καταλαμβάνουν το 64% των εκτάσεων που καλλιεργούνται με όσπρια. Το 55-60% των φασολιών που καταναλώνονται στην χώρα μας εισάγονται από τις ΗΠΑ, την Αλβανία, τον Καναδά και την Αργεντινή.
Οι ποσότητες της φακής που παράγονται στην Ελλάδα είναι ελάχιστες σε σχέση με το ύψος της κατανάλωσης της, με αποτέλεσμα ένα ποσοστό μεγαλύτερο του 95% των αναγκών μας να καλύπτεται με εισαγωγές από άλλες χώρες, όπως είναι : Η Τουρκία, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, ενώ η Τουρκία αποτελεί την κυριότερη χώρα εισαγωγής φακής από την χώρα μας επειδή η ελληνική παραγωγή είναι μόλις 1200-2200 τόνοι.
Το 65-70% των ρεβιθιών που καταναλώνονται στην χώρα μας προέρχονται από το Μεξικό και την Τουρκία.
Στην χώρα μας παράγονται ετησίως 20.000-22.000 τόνοι φασόλια, 2700- 2900 τόνοι ρεβίθια, 1000-1300 τόνοι φακές, 3200-3400 τόνοι κουκιά, 250-320 τόνοι λαθούρια, 600- 650 τόνοι μπιζέλια και 300- 400 τόνοι λοιπά όσπρια (μαυρομάτικα φασόλια, πράσινα, κλπ).
Η χώρα μας εισάγει ετησίως περίπου 18.000- 20.000 τόνους φασόλια και εξάγει περίπου 800 τόνους, εισάγει 4.500- 5.000 τόνους ρεβίθια και εξάγει 80- 100 τόνους, εισάγει 11.000- 12.000 τόνους φακές και εξάγει γύρω στους 300 τόνους, εισάγει 2.000 τόνους μπιζέλια.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο ετήσιος τζίρος της αγοράς οσπρίων εκτιμάται σε μόλις 200 εκ. ευρώ, βάσει των στοιχείων της εγχώριας κατανάλωσης, υπάρχουν προοπτικές για ανάπτυξη του κλάδου, ο οποίος πέραν της κάλυψης της εσωτερικής κατανάλωσης, μπορεί να γίνει εξαγωγικός.
Τα κυριότερα προβλήματα που εμποδίζουν την ανάπτυξη της καλλιέργειας των οσπρίων στη χώρα μας, είναι:
  • οι χαμηλές τιμές που απολαμβάνουν οι παραγωγοί, λόγω των μεγάλων εισαγωγών οσπρίων από χώρες χαμηλού κόστους,
  • του φαινομένου «ελληνοποίησης» των εισαγόμενων οσπρίων.
  • Επίσης η έλλειψη τυποποίησης των ελληνικών οσπρίων αποτελεί όπως και στα περισσότερα ελληνικά γεωργικά προϊόντα, τον μεγαλύτερο ανασταλτικό παράγοντα
Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προωθεί Ελληνικές ποικιλίες οσπρίων και κτηνοτροφικών φυτών για πρώτη φορά με στόχο τη μείωση της εξάρτησης της χώρας από τις εισαγωγές του είδους. Ο αρμόδιος Υπουργός, έχει υπογράψει μία σχετική απόφαση σχετικά με τον καθορισμό, των προωθούμενων για καλλιέργεια στη χώρα ελληνικών ποικιλιών οσπρίων και κτηνοτροφικών φυτών.
Σκοπός της απόφασης είναι ο καθορισμός των ελληνικών ποικιλιών ψυχανθών, όπως κουκιά, ρεβίθια, σόγια, μπιζέλια, μηδική κλπ, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της χώρας σε όσπρια και κτηνοτροφικά φυτά.
    
Η απόφαση παρέχει τη δυνατότητα:
α) παραγωγής και αξιοποίησης πιστοποιημένου σπόρου από ελληνικές εταιρείες σποροπαραγωγής και ερευνητικά ιδρύματα.
β) χρήσης αυτού του υλικού σε προγράμματα προώθησης στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ.
Άλλωστε, στη νέα ΚΑΠ οι παραγωγοί θα μπορούν να ωφεληθούν από την παροχή συνδεδεμένης ενίσχυσης ύψους 2% ετησίως επί του δημοσιονομικού φακέλου, επιπλέον της βασικής των 8% που ισχύει για τις υπόλοιπες περιπτώσεις συνδεδεμένης ενίσχυσης. Ακόμη δόθηκε επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Πετρελαιοειδών κατά το 2012 κατά 5€, σε όσους ασχολήθηκαν με την παραγωγή σπόρων ψυχανθών.
Οι ελληνικές, βελτιωμένες, παραδοσιακές ποικιλίες είναι προσαρμοσμένες σε ευρύ φάσμα εδαφοκλιματικών συνθηκών και η καλλιέργειά τους απαιτεί λιγότερες εισροές, όπως νερό ή λιπάσματα. Επομένως, θα μειωθεί και το κόστος παραγωγής. Καλλιεργώντας παραδοσιακές ποικιλίες ψυχανθών, θα υπάρχει η δυνατότητα να αξιοποιηθούν καλύτερα ξερικά χωράφια, λιγότερο γόνιμα σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές, αλλά και αρδευόμενα χωράφια. Επιπλέον, θα μπορούν να συμπεριληφθούν και ελληνικές ποικιλίες σε επιδοτούμενα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα με στόχο τη μείωση της χρήσης λιπασμάτων.
όσπρια
Ευνοϊκό το κλίμα
Η Ελλάδα, λόγω του κλίματός της, έχει την δυνατότητα να αυξήσει σημαντικά την παραγωγή των οσπρίων και να καλύψει την εσωτερική κατανάλωση αλλά να γίνει και εξαγωγική χώρα. Σημαντικός ευνοϊκός παράγοντας για την ανάπτυξη της καλλιέργειας των οσπρίων στην Ελλάδα είναι ότι οι αγρότες, εγκαταλείπουν ορισμένες καλλιέργειες που πλέον δεν αποδίδουν όσο παλαιότερα και στρέφονται σε νέες, πιο ανταγωνιστικές και προσοδοφόρες, μεταξύ δε αυτών είναι τα όσπρια.
Η στροφή πολλών νέων ανθρώπων στη γεωργία, δημιουργεί μία νέα κατάσταση στην ελληνική γεωργία, επειδή οι νέοι δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για νέες καλλιέργειες με δυνατότητες, ενσωματώνοντας και εξελιγμένες πρακτικές και τεχνικές.
Είναι απαραίτητη η συνεργασία των παραγωγών με το γεωπονικό επιστημονικό προσωπικό, λόγω τη σπουδαιότητας που έχει η απαραίτητη τεχνογνωσία.
Σε ότι αφορά τα προβλήματα της αγοράς οσπρίων στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν επαρκείς ελληνικοί σπόροι, κυρίως φακής και ρεβιθιού, αλλά επίσης λείπει το πλαίσιο υποστήριξης, κυρίως του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Τα όσπρια έχουν μεγάλες δυνατότητες να αναπτυχθούν στη χώρα μας αν οι αγρότες εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχουν αυτές οι καλλιέργειες.
Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας για την καλλιέργεια των οσπρίων είναι:
  • Υπάρχουν πολύ καλές ελληνικές ποικιλίες οσπρίων που δίνουν εκλεκτής ποιότητας όσπρια, που έχουν και μεγάλη προσαρμοστικότητα στις ελληνικές εδαφοκλιματικές συνθήκες.
  • Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ελλειμματική στην παραγωγή οσπρίων, με αποτέλεσμα τα όσπρια να αποτελούν ένα προϊόν που μπορεί να εξαχθεί.
  • Η οικονομική κρίση ίσως είναι η ευκαιρία να αποτελέσει την αφετηρία για την ανάπτυξη τέτοιου είδους καλλιεργειών στη χώρα μας.
  • Η καλλιέργεια των βιολογικών οσπρίων είναι μία δυνατότητα που μπορεί να δώσει αυξημένο εισόδημα στους παραγωγούς, επειδή τα όσπρια αυτά δεν θα δέχονται την πίεση από τις εισαγωγές οσπρίων από γειτονικές χώρες και οι τιμές πωλήσεως είναι αυξημένες σε σχέση με τα παραγόμενα με συμβατικό τρόπο. Επίσης επιδοτείται η βιολογική καλλιέργεια των οσπρίων με 160€/στρ για τους νέους βιοκαλλιεργητές και 123€/στρ για τους παλιούς.
  • Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει προγράμματα για την ανάπτυξη της καλλιέργειας των οσπρίων.
Σύμφωνα με το Μέτρο 3.8 «Διατήρηση Εκτατικών Καλλιεργειών που κινδυνεύουν από Γενετική Διάβρωση» στα πλαίσια του Γ’ ΚΠΣ, ενισχύθηκε η καλλιέργεια, διατήρηση και αναπαραγωγή επιλέξιμων τοπικών ποικιλιών οσπρίων (φακής, φασολιών, φάβας και ρόβης) με μία ενίσχυση 46€ το στρέμμα και έτος.
Στα πλαίσια του Μέτρου 2.1.4 –Γεωργοπεριβαλλοντικές ενισχύσεις του ΠΑΑ 2007-2013 του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2007-2013 προβλέπεται να ενισχυθούν οι καλλιέργειες των φασολιών, ρεβυθιών και φακής.
Στα πλαίσια του «Προγράμματος Στήριξης των μικρών νησιών του Αιγαίου Πελάγους» ενισχύονται οι παραγωγοί φασολιών σε όλα τα νησιά του Αιγαίου και βρώσιμου λαθουριού (φάβας) στα νησιά Θήρα και Θηρασιάς με 50€ το στρέμμα.
Η καλλιέργεια των οσπρίων μπορεί να αναπτυχθεί και σαν «συµβολαιακή» με την υπογραφή συμβολαίων μεταξύ των παραγωγών και των τυποποιητών. Η συµβολαιακή γεωργία έχει τα εξής πλεονεκτήματα:
  • μπορεί να εξασφαλίζει στον παραγωγό την διάθεση του προϊόντος
  • του διασφαλίζει μία ικανοποιητική τιμή,
  • ο καταναλωτής αγοράζει επώνυμα ποιοτικά, ελληνικά προϊόντα,
  • ενώ ο τυποποιητής έχει εξασφαλισμένη ποσότητα ενώ ταυτόχρονα βγάζει στην αγορά προϊόντα ηλεγμένης ποιότητας.
Η καλλιέργεια
Τα όσπρια μπορούν να καλλιεργηθούν σαν ξερικές αλλά και σαν ποτιστικές καλλιέργειες. Τα όσπρια που μπορούν να καλλιεργηθούν σαν ξερικές είναι:
η φακή, τα ρεβίθια, τα λαθούρια και τα κουκιά.
Σαν ποτιστικά καλλιεργούνται:
τα φασόλια, οι γίγαντες και τα μαυρομάτικα φασόλια.
Το κοινό φασόλι
Ο βλαστικός κύκλος της φασολιάς ποικίλει, ανάλογα με την ποικιλία από 70-140 μέρες. Γι αυτό η σπορά του φασολιού γίνεται μετά την πάροδο των όψιμων παγετών. Καλλιεργείται σε εδάφη γόνιμα, με καλή στράγγιση, ελαφρά.
Η φασολιά εκτός από τις ψυχρές περιοχές φοβάται και τις άφθονες βροχές, ιδίως κατά τη φύτευση και την ωρίμανση. Επίσης φοβάται και την υπερβολική θερινή θερμοκρασία και ξηρασία που προκαλούν πτώση των λουλουδιών ή καρπόπτωση ή και μάρανση όλου του φυτού. 
Το κοινό φασόλι είναι το πιο διαδεδομένο όσπριο στη χώρα μας. Είναι φυτό υγρόφιλο, ηλιόφιλο και θερμόφιλο. Αναπτύσσεται καλύτερα σε θερμοκρασίες 17-25ο C. Σε θερμοκρασίες κάτω από 10ο C σταματά η ανάπτυξη του και στους -1ο C, καταστρέφεται. Προσαρμόζεται σε μεγάλη ποικιλία εδαφών, αλλά αναπτύσσεται καλύτερα σε γόνιμα, ελαφρά εδάφη, με καλή στράγγιση και με ρΗ γύρω από το 6-6,5.
Τα φασόλια σπέρνονται την άνοιξη στις αρχές Απριλίου. Χρησιμοποιούνται 8 κιλά/στρ στις μικρόσπερμες, 10 κιλά στις; Μεσόσπερμες και 14 κιλά μεγαλόσπερμες ποικιλίες. Επειδή τα φασόλια ανήκουν στην οικογένεια των ψυχανθών δεσμεύουν στις ρίζες τους από τον ατμοσφαιρικό αέρα με τη βοήθεια αζωτοβακτηρίων, όμως καλό είναι να δίνεται μία ποσότητα αζωτούχου λιπάσματος ώστε να έχουμε καλή παραγωγή. Επίσης γίνεται λίπανση με φωσφόρο και κάλιο. Η σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν 30-60cm και επί της γραμμής 15-25cm. τα ξηρά φασόλια συγκομίζονται όταν οι λοβοί έχουν ξεραθεί και οι σπόροι έχουν υγρασία 16-20%.
Υπάρχουν ποικιλίες στην Ελλάδα, μικρόσπερμες, μετρίου μεγέθους και μεγαλόσπερμες. Οι κυριότερες ελληνικές ποικιλίες είναι: η «Πυργετός», η «Αριδαία», η «Λήδα», η «Σεμέλη», κ.α.
Είναι ένα φυτό ετήσιο, που μπορεί να καλλιεργηθεί σε διάφορα είδη εδαφών ως βιολογική καλλιέργεια. H μέση απόδοση των ξηρών φασολιών είναι 200-250 κιλά το στρέμμα, με μία μέση τιμή τα 2,5-3 ευρώ το κιλό. Η ακαθάριστη πρόσοδος είναι 500-750 ευρώ το στρέμμα και το καθαρό εισόδημα 250-350 ευρώ το στρέμμα.
Φασόλια γίγαντες
Τα μεγαλόσπερμα φασόλια γίγαντες καλλιεργούνται σαν ξερά φασόλια σε διάφορες περιοχές αλλά κυρίως στη Δυτική Μακεδονία, (Καστοριά, Φλώρινα, Πρέσπες).
Οι γίγαντες διαφέρουν από το κοινό φασόλι μορφολογικά αλλά απαιτούν και διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες. Είναι φυτά αναρριχώμενα που φθάνουν σε ύψος 3 μέτρων. Είναι είδος που σταυρογονιμοποιείται και προτιμά δροσερά περιβάλλοντα. Χρησιμοποιείται κατά την σπορά 8-10 κιλά σπόρου ανά στρέμμα. Θέλουν γόνιμα και αρδευόμενα εδάφη.
Σπέρνονται σε αποστάσεις 80Χ90cm. Σε κάθε θέση τοποθετούνται 2-3 σπόροι. Είναι αναρριχόμενες ποικιλίες και απαιτούν υποστύλωση. Οι εργασίες που γίνονται είναι. Η άρδευση με την ποσότητα του νερού που είναι απαραίτητη για αυτή την ποτιστική καλλιέργεια. Η λίπανση γίνεται με αζωτούχα, φωσφορικά και καλιούχα λιπάσματα, όπως και με μία ποσότητα κοπριάς. Η συγκομιδή γίνεται το φθινόπωρο Σεπτέμβριο- Νοέμβριο. Οι αποδόσεις είναι 250-500 κιλά το στρέμμα. Οι τιμές πωλήσεως κυμαίνονται μεταξύ 3-3,5€ το κιλό.
Οι κυριότερες ποικιλίες τους είναι. Η «Ορεστιάδα» και η «Κελέτρο»
Η φακή
Η φακή αναπτύσσεται καλά σε ψυχρά περιβάλλοντα και τα νεαρά φυτά είναι ανθεκτικά στους, μη παρατεταμένους, ανοιξιάτικους παγετούς. Το φύτρωμα των σπόρων ξεκινά σε θερμοκρασία 4-6οC με άριστη θερμοκρασία 15-25οC. Είναι ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες, αλλά θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 30οC κατά την περίοδο της άνθησης και του γεμίσματος του λοβού ξηραίνουν τα φυτά. Η απόδοση είναι καλή όταν καλλιεργείται σε ελαφριά και καλά στραγγιζόμενα εδάφη, πλούσια σε φωσφόρο και κάλιο.
Η σπορά στη φθινοπωρινή καλλιέργεια γίνεται μέσα στον Νοέμβριο, ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες και την ποικιλία. Κατά την προετοιμασία του εδάφους συνιστάται το κυλίνδρισμα, καθώς καθιστά το έδαφος πιο επίπεδο και διευκολύνει τη μηχανική συγκομιδή. Οι απαιτήσεις σε λιπάσματα είναι μικρές εξαιτίας της συμβιωτικής σχέσης του φυτού με αζωτοβακτήρια. Συνεπώς, αζωτούχες επεμβάσεις γίνονται στα πολύ άγονα εδάφη ενώ επεμβάσεις με φωσφορούχα και καλιούχα λιπάσματα γίνονται σε περίπτωση που το έδαφος παρουσιάζει ελλείψεις σε διάφορα θρεπτικά στοιχεία. Τα σπουδαιότερα προβλήματα ασθενειών είναι η τήξη των φυταρίων, η φουζαρίωση, η ασκοχύτωση και το μωσαϊκό του μπιζελιού. Η καταπολέμηση των ζιζανίων είναι σημαντική εργασία επειδή η μη έγκαιρη καταπολέμηση τους «πνίγει» την καλλιέργεια και μειώνει την απόδοση. Η άρδευση είναι αναγκαία κατά την περίοδο της άνθησης και αργότερα όταν απαιτείται. Το φυτό ωριμάζει περίπου σε 120 μέρες. Η ωρίμανση διαρκεί μέχρι 10 μέρες και αν δεν προσέξει κανείς οι λοβοί μπορεί να καταστραφούν. Κατά το στάδιο της αποθήκευσης, ο σπόρος πρέπει να είναι καθαρός από ξένα υλικά και η υγρασία του να μην ξεπερνά το 13%.
Η φακή καλλιεργείται σαν ξερική καλλιέργεια. Οι κυριότεροι Νομοί είναι η Βοιωτία με το 35% των εκτάσεων που καλλιεργούνται με φακή στην χώρα μας, η Λάρισα (29%), η Αττική (10%) και διάφορες άλλες περιοχές (26%). Μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών που έχουν καλή στράγγιση. Αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες μέχρι -12ο C. Αντέχει στην ξηρασία, αλλά μπορεί να υποστεί ζημιές από την ξηρασία κατά την άνθηση, όπως και από τον θερμό αέρα.
Οι ποικιλίες της φακής διακρίνονται σε δύο κατηγορίες. Τις λεπτόσπερμες και τις πλατύσπερμες. Κυριότερες ελληνικές ποικιλίες είναι η «Σάμος», η «Αθηνά», η «Δήμητρα», «Θεσσαλία», «Ικαρία» κλπ. Πολύ γνωστή φακή είναι η φακή Εγκλουβής που παραδοσιακά καλλιεργείται στην Λευκάδα.
Η φακή αναπτύσσεται ως βιολογική καλλιέργεια σχεδόν σε όλα τα είδη των εδαφών, αρκεί να έχουν καλή στράγγιση. Η μέση παραγωγή είναι 120 κιλά το στρέμμα, ενώ η τιμή κυμαίνεται γύρω στα 3 ευρώ το κιλό. Αν θεωρήσουμε ότι το κόστος καλλιέργειας είναι περίπου 110 ευρώ το στρέμμα, τότε το καθαρό κέρδος είναι περίπου 250 ευρώ το στρέμμα.
Τα κουκιά
τα κουκιά είναι φυτά που καλλιεργούνται για τους νωπούς λοβούς τους και για τα ξερά τους σπέρματα. Είναι φυτό που αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες που φθάνουν ακόμη και τους -8ο C. Ιδανικές θερμοκρασίες για αυτή την καλλιέργεια είναι για την βλάστηση των σπερμάτων 4-5ο C, την άνθηση 8-10ο C και για την ωρίμανση των σπερμάτων 15-20οC. Έχει μεγάλη προσαρμοστικότητα και μπορεί να καλλιεργηθεί σε διάφορα είδη εδαφών, αρκεί βέβαια να έχουν καλή στράγγιση, ενώ μπορεί να καλλιεργηθεί σε εδάφη με μεγάλο εύρος ρΗ.
Επειδή ανήκει στα ψυχανθή, κατά την καλλιέργεια του δεν χορηγούνται αζωτούχα λιπάσματα αλλά μόνο μία ποσότητα 60-70 κιλών λιπάσματος του τύπου (0-12-6) και μία ποσότητα καλά χωνεμένης κοπριάς 1500 -2500 κιλών το στρέμμα.
Η καλλιέργεια τους γίνεται με σπορά των σπόρων απευθείας στο χωράφι κατά την περίοδο Οκτωβρίου- Νοεμβρίου με μία ποσότητα 8-10 kg το στρέμμα. Σε ψυχρές περιοχές μπορεί η σπορά να γίνει στο τέλος του χειμώνα. Οι γραμμές φυτεύσεως των φυτών απέχουν 40-50cm, ενώ επάνω σε κάθε γραμμή οι αποστάσεις των φυτών μεταξύ τους είναι 25-45cm.
Εφόσον η καλλιέργεια αυτή έχει σαν σκοπό την παραγωγή νωπών λοβών η συγκομιδή γίνεται την περίοδο Απριλίου και εφόσον συγκομίζονται για ξερά σπέρματα η συγκομιδή γίνεται τον Ιούνιο.
Οι κυριότερες ασθένειες και εχθροί της καλλιέργειας είναι η σκωρίαση, οι αφίδες, ο βρούχος, κ.α.
Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες με μικρούς ή μεγάλους λοβούς και με μικρά ή μεγάλα σπέρματα. Γνωστές ποικιλία είναι η «Καστελόριζο»,
Η θρεπτική αξία των κουκιών είναι μεγάλη αφού είναι πλούσια σε πρωτεΐνες. Οι καρποί τους περιέχουν νερό 72%, πρωτεΐνες 8%, υδατάνθρακες 20%, φυτικές ίνες 5%, φυτικά έλαια 1%. Είναι πλούσια σε φολικό οξύ (104 mg ανα 100 γρμ), φωσφόρο, μαγγάνιο, μαγνήσιο, χαλκό, κάλιο, νάτριο, σίδηρο. Περιέχει επίσης λιπαρά οξέα ω6 152 mg/100γρ και ω3 12.0 mg/100γρ
Οι αποδόσεις κυμαίνονται από 1000 -1200κιλά σε νωπούς λοβούς 150- 350 kg το στρέμμα ξηρά σπέρματα. Μπορούν να δώσουν ένα εισόδημα 150- 350 € το στρέμμα.
Επίσης υπάρχουν και τα κτηνοτροφικά κουκιά που αποτελούν στην κτηνοτροφία σαν ζωοτροφή, επειδή έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτείνες που φθάνει μεταξύ 26-34%. Τα κτηνοτροφικά κουκιά χρησιμοποιούνται στην πάχυνση των ζώων αλλά και στην γαλακτοπαραγωγή.
Η φάβα (λαθούρι)
Το λαθούρι είναι φυτό που αντέχει στην ξηρασία και στις υψηλές θερμοκρασίες περισσότερο από τα άλλα ψυχανθή. Επίσης αντέχει και σε θερμοκρασίες μέχρι -10ο C.
Σε περιβάλλον υγρό και δροσερό περιβάλλον είναι ευαίσθητο στις σκωριάσεις. Όσον αφορά το έδαφος δεν είναι απαιτητικό, αρκεί μόνο να έχει καλή στράγγιση.
Η σπορά του γίνεται το φθινόπωρο σε γραμμές με σπαρτικές μηχανές με 8-12 κιλά σπόρου το στρέμμα. Πολύ γνωστή φάβα είναι της Σαντορίνης.
Ο γεωγραφικός χώρος που καλλιεργείται η φάβα είναι η Σαντορίνη και τα γύρω νησιά στις Κυκλάδες, αλλά και σε άλλα νησιά του Αιγαίου πελάγους. Τα εδάφη των νησιών αυτών χαρακτηρίζονται σαν ηφαιστειακά ενώ το κλίμα είναι ζεστό και ξηρό με πολύ μεγάλο ποσοστό ηλιοφάνειας, αλλά και με πολύ ισχυρούς ανέμους. Το κλίμα αυτό δίνει και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φάβας. Οι ετήσιες βροχοπτώσεις είναι πολύ ασθενείς φθάνουν τα 370mm ενώ η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 17,5ο C, ενώ δεν υπάρχει καθόλου παγετός.
Το έδαφος της Σαντορίνης χαρακτηρίζεται από έλλειψη αζώτου και καλίου όπως και από οργανική ουσία.
Η συγκομιδή γίνεται με θερισμό και η μέση παραγωγή του είναι 120-150 κιλά το στρέμμα. Η καλλιέργεια μπορεί να δώσει εισόδημα 120-150€ το στρέμμα.
Το ρεβίθι
Είναι ετήσιο ξερικό ψυχανθές, που καλλιεργείται από την αρχαιότητα στην περιοχή της Μεσογείου, στην Ινδία, στην Αιθιοπία και στη Μέση Ανατολή.
Χρησιµοποιείται στη διατροφή του ανθρώπου ως πηγή υψηλής ποιότητας πρωτεΐνης και υδατανθράκων, ενώ σε µικρότερη έκταση καλλιεργείται για παραγωγή  ζωοτροφών. Οι άσπροι και ανοιχτόχρωµοι, μεγάλου µεγέθους καρποί ρεβιθιού προορίζονται, συνήθως, για ανθρώπινη κατανάλωση, ενώ οι καρποί µέσου µεγέθους, ποικίλου χρώµατος και σχήµατος χρησιµοποιούνται ως ζωοτροφή.
Το κτηνοτροφικό ρεβίθι χρησιµοποιείται ως συμπυκνωμένη πρωτεϊνούχα ζωοτροφή στα σιτηρέσια των αγροτικών ζώων, σε αντικατάσταση άλλων πρωτεϊνούχων σπόρων. Το ρεβίθι χαρακτηρίζεται από υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη (περίπου 23%). Για το λόγο αυτό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το βιολογικό κτηνοτροφικό ρεβίθι αφού µπορεί να αντικαταστήσει πλήρως τη σόγια, στα σιτηρέσια των βιολογικά εκτρεφόμενων ζώων. Χρησιμοποιείται σαν σανός αλλά και σαν πρωτεϊνούχος καρπός.
Δεν εµφανίζει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε λίπανση, αφού έχει τη δυνατότητα να δεσμεύει το άζωτο. Ελάχιστες είναι και οι εδαφικές του απαιτήσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τις ποικιλίες µε µικρούς και εγχώριους σπόρους, γεγονός που επιτρέπει την καλλιέργειά του σε ποικιλία εδαφών. Η σηµαντικότερη ασθένεια του ρεβιθιού είναι ο µύκητας ασκόχυτα, που µπορεί να οδηγήσει σε σηµαντικές έως και ολοκληρωτικές απώλειες της παραγωγής.
Το ρεβίθι είναι το πιο ανθεκτικό στις ξηροθερμικές συνθήκες από όλα τα άλλα όσπρια που καλλιεργούνται στην χώρα μας. καλλιεργείται σε ποικιλία εδαφών ακόμη και σε πετρώδη, αλλά δεν αναπτύσσεται σε εδάφη που δεν έχουν καλή στράγγιση. Οι πρωτείνες του ρεβιθιού είναι «πλήρεις» όπως είναι της σόγιας, του γάλακτος και του κρέατος επειδή περιέχουν όλα τα απαραίτητα αμινοξέα.
Στην χώρα μας υπάρχουν μικρόσπερμα, μεσόσπερμα και μεγαλόσπερμα ρεβίθια.
Οι κυριότερες ελληνικές ποικιλίες είναι: η «Θήβα», η «Γαύδος», η «Κερύνεια», η «Αμοργός», κ.α
Το ρεβίθι αναπτύσσεται ως βιολογική καλλιέργεια σχεδόν σε όλα τα είδη των εδαφών, ακόμη και σε άγονα αμμώδη, αλλά και σε αλκαλικά ή αλατούχα εδάφη. Η μέση απόδοση του ρεβιθιού είναι 140-220 κιλά το στρέμμα, ενώ η τιμή πώλησης είναι 0,9-2,2 € το κιλό. Η ακαθάριστη πρόσοδος είναι 160-250 ευρώ το στρέμμα.
Τα μαυρομάτικα φασόλια
Τα μαυρομάτικα φασόλια είναι φυτά ποώδη με πυκνό φύλλωμα και άνθιση κλιμακωτή, η οποία συνεχίζεται μέχρις ότου οι συνθήκες του φθινοπώρου δεν είναι ευνοϊκές. Τα σπέρματά τους έχουν το χαρακτηριστικό σχήμα των φασολιών και χρώμα υπόλευκο με μια μαύρη περιοχή γύρω από το μάτι, απ’ όπου παίρνουν το όνομα «μαυρομάτικα». Οι λοβοί της είναι κυλινδρικοί. Οι κλιματικές τους απαιτήσεις είναι παρόμοιες με του αραβοσίτου αλλά θέλει λίγο πιο θερμό κλίμα. Είναι ευπαθής στους παγετούς της ανοίξεως και του φθινοπώρου. Σπέρνεται σε γραμμές σε αποστάσεις 80Χ40cm. Οι λοβοί της δεν ωριμάζουν ταυτόχρονα. Αυτό υποχρεώνει την συγκομιδή με το χέρι σε περιπτώσεις μικρών εκτάσεων. Σε περιπτώσεις μεγάλων εκτάσεων η συγκομιδή γίνεται μηχανικά με χορτοκοπτικό μηχάνημα όταν έχουν ωριμάσει το 50% των λοβών.
όσπρια
Η θρεπτική αξία των οσπρίων
Τα όσπρια χαρακτηρίζονται από μεγάλη θρεπτική  αξία, επειδή έχουν περίπου 360 θερμίδες ανά 100 γρ. σπόρων. Επίσης έχουν μεγάλες ποσότητες πρωτεϊνών οι οποίες περιέχουν τα απαραίτητα για τον ανθρώπινο οργανισμό αμινοξέα, σύνθετους υδατάνθρακεςβραδείας απορρόφησης, φυτικές ίνες , βιταμίνες (της ομάδας Β, C και E) και ιχνοστοιχεία.
Τα όσπρια  έχουν μηδενική περιεκτικότητα σε λιπαρά και σάκχαρα και είναι βασικός συντελεστής της ελληνικής παραδοσιακής κουζίνας.
Τα όσπρια περιέχουν μεγάλες ποσότητες φυτικών ινών που είναι οι περισσότερες διαλυτές αλλά και άπεπτες, σε ποσοστό πολύ μεγαλύτερο ακόμα και από τα δημητριακά. Οι άπεπτες φυτικές ίνες βοηθούν στην αποβολή του λίπους από τα έντερα παρέχοντας προστασία από τη δημιουργία καρκίνου του εντέρου, ενώ μια διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες και μάλιστα διαλυτές, συνδέεται άμεσα με τον μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιοπαθειών καθώς βοηθούν στη μείωση της χοληστερόλης.
Οι βιταμίνες Β και κυρίως το φολλικό οξύ σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες είναι σημαντική για την πρόληψη των καρδιοπαθειών και ορισμένων μορφών καρκίνου.
Τα ρεβίθια, οι φακές και τα φασόλια είναι μια πολύτιμη πηγή ασβεστίου, απαραίτητη για έγκυες, γυναίκες κατά την εμμηνόπαυση και τα παιδιά. Οι φακές και τα μαυρομάτικα φασόλια περιέχουν μεγάλες ποσότητες σιδήρου. 
Τα όσπρια περιέχουν πολλούς σύνθετους υδατάνθρακες και έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Με τον όρο γλυκαιμικό δείκτη εννοούμε πόσο γρήγορα απορροφώνται από τον οργανισμό οι υδατάνθρακες που περιέχονται σε μια συγκεκριμένη τροφή. Οι τροφές που περιέχουν σύνθετους υδατάνθρακες (όσπρια) αυξάνουν σταδιακά στο αίμα τα επίπεδα σακχάρου και ινσουλίνης. Έρευνες αναφέρουν ότι ακολουθώντας μια διατροφή υψηλής περιεκτικότητας σε σύνθετους υδατάνθρακες με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη μειώνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου Β.
Πηγή : symagro.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου